Όψεις της βίας στα Απομνημονεύματα του Στρατηγού Μακρυγιάννη: εγκληματολογική θεώρηση

2020-12-15

Κατεβάστε το άρθρο σε μορφή pdf:


Αστέριος Χατζημίχος Μεταπτυχιακός φοιτητής Νομικής ΑΠΘ 

Η θετική σημασιοδότηση της επανάστασης του 1821 και η αναγωγή της σε ιστορικό ορόσημο έγκειται στο γεγονός ότι σηματοδοτεί την εκκίνηση του εθνικοαπελευθερωτικού αγώνα των -υπόδουλων στους Οθωμανούς- Ελλήνων, που οδήγησε στη συγκρότηση εν τέλει του ελληνικού κράτους1 . Μάλιστα, όπως σημειώνει ο Hobsbawm , μόνο στην περίπτωση της Ελλάδας ένας ολάκερος λαός ξεσηκώθηκε ενάντια στον κατακτητή και αποτέλεσε πηγή έμπνευσης του διεθνούς φιλελευθερισμού2 (: της προάσπισης της ελευθερίας των ατόμων). Για τα γεγονότα που διαδραματίζονται κατά την ύστερη προεπαναστατική Ελλάδα και κατά τη διάρκεια της εθνικής παλιγγενεσίας ο μελετητής της ιστορίας διαθέτει ένα πλήθος ιστορικών καταγραφών, που του επιτρέπουν να προβεί στην διερεύνηση τους και στην αξιολογική αποτίμηση της επανάστασης ως στρατιωτικού, εθνικού και απελευθερωτικού κινήματος με συγκεκριμένες επιδιώξεις και συγκεκριμένα αιτήματα. Πολλές από τις γραπτές ιστορικές πηγές που διαθέτουμε ενέχουν τον χαρακτήρα του «απομνημονεύματος»3 κάποιου εκ των πρωταγωνιστών της. Ο Ι. Βλαχογιάννης στις αρχές του 20ου αιώνα θα ανακαλύψει και θα ανασύρει από το σκοτάδι μισού και πλέον αιώνα τα χειρόγραφα του Ι. Μακρυγιάννη4 και θα προβεί στη δημοσίευση τους5 . Εκτός από την αναμφισβήτητη ιστορική και λογοτεχνική αξία των απομνημονευμάτων του Στρατηγού Μακρυγιάννη6 , αναδεικνύεται και ένα εγκληματολογικό ενδιαφέρον7 -που αποτελεί συγχρόνως την υπόθεση εργασίας

___________________________________________________________________

 1 Βλ. ενδεικτικά σε Γ.Β Δερτιλή , Ιστορία του ελληνικού κράτους 1830-1920 ,Πανεπιστημιακές εκδόσεις Κρήτης, 2014 , Α. Βακαλόπουλου , Νέα Ελληνική Ιστορία 1204-1985, Βάνιας, 2005 βλ.επίσης του ίδιου , Ιστορία της Ελληνικής Επανάστασης του 1821,Σταμούλη, 2007 2 E.J. Hobsbawm, Η εποχή των επαναστάσεων,1789-1848, μετ. Μ. Οικονομοπούλου, M.I.E.T. ,Αθήνα, 1992,σ.171,203 3 Με τον όρο απομνημονεύματα ορίζεται η αφήγηση από σπουδαία πρόσωπα γεγονότων που έχουν συμμετάσχει ή τα έχουν παρακολουθήσει κατά τη διάρκεια της ζωής τους , Σ. Γκίκας- Δ. Δρακόπουλος- Ι.Ευαγγέλου- Χ. Ρώμας, σε Απομνημονεύματα, Λεξικό Λογοτεχνικών όρων, Σαββάλας, 1997,σ.52 4 Για τον Βάλτερ Πούχνερ, αποτελεί ένα είδος προφορικής αυτοβιογραφίας. Έτσι σε «Μακρυγιάννης Γιάννης», Λεξικό Νεοελληνικής Λογοτεχνίας, Πατάκης, Αθήνα, 2008, σ.1311 5 Γ. Σεφέρης , Ένας Έλληνας -ο Μακρυγιάννης , σε Γ. Σεφέρης Δοκιμές, τ.1 , Ίκαρος, Αθήνα, 1992 , σ.232 . Η πρώτη έκδοση των απομνημονευμάτων από τον Βλαχογιάννη πραγματοποιήθηκες το 1907. Στην παρούσα μελέτη τα αποσπάσματα που σχετικώς παρατίθενται είναι από την δεύτερη έκδοση των Απομνημονευμάτων το 1947. 6 βλ. Λ. Πολίτη , Ιστορία της νεοελληνικής λογοτεχνίας, Μορφωτικό Ίδρυμα Εθνικής Τραπέζης, Αθήνα, 1998 , σ. 169-170 , όπου σημειώνει :« Ο λόγος του είναι ολότελα λαϊκός , δίχως ίχνος λόγιας επίδρασης , με τη ζωντάνια της προφορικής ομιλίας και με τη θέρμη ενός ανθρώπου που δεν είναι μονάχα αυτόπτης αλλά και πρωταγωνιστής των γεγονότων που ιστορεί. Το ζωηρά προσωπικό αυτό ύφος ταιριάζει απόλυτα με την έντονη και ιδιόρρυθμη προσωπικότητα του , που αγανακτεί και αντιτάσσεται σε κάθε πράξη αυθαιρεσίας ή συμβιβαστικού καιροσκοπισμού. Τα απομνημονεύματα είναι η πιο έγκυρη αποτύπωση του ήθους των αγωνιστών του εικοσιένα(…) »., βλ. επίσης σε Γ. Σεφέρη , Ένας Έλληνας -ο Μακρυγιάννης , σε Γ.Σεφέρη, Δοκιμές, τ.1, Ίκαρος, Αθήνα, 1992 , σ.253 7 βλ. Ν. Θεοτοκά , Ατομική μαρτυρία και συλλογική συνείδηση σε Ν. Θεοτοκά , Ν. Κοταρίδη , Η οικονομία της βίας , Παραδοσιακές και νεωτερικές εξουσίες στην Ελλάδα του 19ου αιώνα, Βιβλιόραμα, Αθήνα, 2006 , σ. 364 όπου σημειώνει : «Τα απομνημονεύματα περιέχουν ένα αξιόλογο πραγματολογικό υλικό (καταγραφή γεγονότων, πολιτικών και κοινωνικών στάσεων , πολιτισμικών στοιχείων κλπ.)

1

μας- και συνίσταται αφενός στον τρόπο με τον οποίον εμφανίζεται και εγγράφεται στον κοινωνικό χώρο η βία στις διάφορες εκδοχές της κατά την περίοδο της ελληνικής επανάστασης και αφετέρου στο πως διαγράφεται η στάση του ίδιου του Μακρυγιάννη απέναντι στη βία στις διάφορες περιστάσεις κάτω από τις οποίες αυτή εμφανίζεται να ασκείται. Αποκρυστάλλωμα του σύγχρονου επιστημονικού λόγου συνιστά η παραδοχή πως η βία ως ένα κατεξοχήν φαινόμενο αρνητικής δράσης του ανθρώπου8 αποτυπώνει μια παθολογία της κοινωνικής ζωής , καθώς μέσω αυτής εκφράζεται η επιθετικότητα του ανθρώπου απέναντι σε έναν άλλον άνθρωπο ή σε αγαθά και δομές της ίδιας της κοινωνίας, διαταράσσοντας κατ' αυτόν τον τρόπο την κοινωνική ευρυθμία. Μολονότι το εννοιολογικό περιεχόμενο της βίας είναι πιο απτό στις περιπτώσεις άσκησης φυσικής δύναμης που οδηγεί σε μείζονα αρνητικά αποτελέσματα , όπως είναι η αφαίρεση ζωής ή η πρόκληση βλάβης στο ανθρώπινο σώμα 9 είναι φανερό πως το εύρος της είναι μεγαλύτερο, καταλαμβάνοντας και διάφορες μορφές εξαναγκασμού κατόπιν απειλής ή ψυχολογικής πίεσης 10 . Στο Λεξικό της Εγκληματολογίας καταγράφεται ένας ορισμός της βίας που προσπαθεί με πληρότητα να καλύψει το εννοιολογικό εύρος της βίας , σύμφωνα με τον οποίον η βία είναι « κάθε είδος συμπεριφοράς με στόχο την εκ προθέσεως απειλή ή πρόκληση σωματικής , σεξουαλικής ή ψυχολογικής βλάβης σε άλλους » ενώ σημειώνεται πως « η σωματική βία αφορά την άσκηση δύναμης , η οποία μπορεί να επιτευχθεί είτε με απόλυτη , ακαταμάχητη , μηχανική βία , δηλαδή με πλήρη εξουδετέρωση της θέλησης του άλλου (vis absoluta) , είτε με ''εξαναγκάζουσα βία'' που τείνει δηλαδή να εξωθήσει τη θέληση του άλλου ατόμου σε ορισμένη διαγωγή»11. Η βία ως κοινωνικό φαινόμενο διαλέγεται με τους μετασχηματισμούς των κοινωνικών δομών και συνακόλουθα εμφανίζεται με πολλές μορφές σε πολλαπλά πεδία του κοινωνικού βίου 12. Ακόμα και μια σχηματική καταγραφή αυτών των μορφών βίας όμως εμφανίζεται δύσκολη δεδομένου πως η βία δεν μπορεί κατ' αρχήν να οριοθετηθεί καθώς δεν ακινητοποιείται επ' αόριστο σε μια εκδοχή στατική13 . Ως ένα δυναμικό μέγεθος κοινωνικής δράσης οι μορφές εκδήλωσης της μετασχηματίζονται διαρκώς σε νέες μορφές με νέο περιεχόμενο14. Έχοντας αυτά υπόψη, μπορούμε να επιχειρήσουμε να κάνουμε κάποιες βασικές παρατηρήσεις περί της βίας και των εκφάνσεων της στον κοινωνικό βίο κατά την περίοδο της ελληνικής επανάστασης , βάσει των πρωτογενών κειμενικών αναφορών του Μακρυγιάννη15, επιδιώκοντας ταυτόχρονα να αναζητήσουμε τον τρόπο και τη σημασία-λειτουργία που η βία επιτελεί μέσα στο δομικό (κοινωνικό/πολιτικό) πλαίσιο που αυτή εγγράφεται.

____________________________________________________________________

8 βλ. Μ. Αρχιμανδρίτου , Όψεις της βίας . Εισαγωγικές σκέψεις σε Μ. Αρχιμανδρίτου - Δ.Λαμπρέλλης - Γ. Ζώη , Όψεις της βίας , Σάκκουλας, 2019 , σ. 1. βλ. για την βία στην κοινωνική ζωή και τις διακρίσεις της έννοιας σε Σ. Αλεξιάδη , Εγκληματολογία, Σάκκουλας, Αθήνα-Θεσσαλονίκη, 2011, σ. 166επ.. βλ. επίσης και σε Ι. Φορσεδάκη , Περί βίας Προλεγόμενα, Εγκληματολογία, Νομική Βιβλιοθήκη, τεύχος 1/2017 9 Μ. Αρχιμανδρίτου , ό.π, σ.1 με αναφορά στον περιοριστικό ορισμό της βίας που διατυπώθηκε από τον Spierenburg και τον ανθρωπολόγο Riches 10 Έτσι η Μ.Αρχιμανδρίτου ,ό.π, σ.1επ. 11 Α.Κουφού σε Λεξικό Εγκληματολογίας , Συλλογικό Έργο , επιμ. Κ. Σπινέλλη , Ν. Κουράκη, Μ. Κρανιδιώτη, Νομική Βιβλιοθήκη 2018 , σ. 40 12 βλ. Μ.Αρχιμανδρίτου , ό.π, σ.2 ,όπου καταγράφει μια ενδεικτική και όχι ανεξάντλητη καταγραφή των μορφών βίας στις διάφορες περιστάσεις βάσει των ερευνών της θεωρητικής εγκληματολογίας 13 Μ.Αρχιμανδρίτου, ό.π, σ.2 14 Μ.Αρχιμανδρίτου ,ό.π, σ.2 15 Ι.Μακρυγιάννης ,-Απονημονεύματα Στρατηγού Μακρυγιάννη , κείμενο, εισαγωγή, σημειώσεις Ι. Βλαχογιάννη , τ.1, Αθήναι, Ε.Γ. Βαγιονάκης, 1947

2

 Εκκινώντας από την προεπαναστατική Ελλάδα, που γεννήθηκε και μεγάλωσε ο Μακρυγιάννης , διαπιστώνουμε πως η βία είναι αναπόσπαστα συνδεδεμένη με την ίδια την καθημερινότητα των ανθρώπων. Ο Μακρυγιάννης γεννιέται σε ένα φτωχό χωριό «από τις αρπαγές των ντόπιων Τούρκων και Αρβανιτών του Αλή Πασά»16 , όπως σημειώνει, ενώ χάνει πολύ σύντομα και τον πατέρα του «στα τρία φονικά»17 που έγιναν στο σπίτι του ενδεχομένως κατόπιν αντεκδικήσεων στο πλαίσιο του κλεφταρματοπολέμου18( «οι Τούρκοι του Αλή Πασά θέλαν να μας σκλαβώσουνε»19), όπου εξαναγκάζoυν το σόι του να ξενιτευτεί. Οι αναφορές αυτές του Μακρυγιάννη που διατρανώνουν το μέγεθος της βιαιότητας που κατατρύχει τον τόπο του από τους κατακτητές δύναται να αισθητοποιήσει την πολιτική κατάσταση που επικρατεί και διαμορφώνει το κοινωνικό πλαίσιο , στο οποίο εγγράφεται η βία. Μια σύντομη σκιαγράφηση των δεδομένων που συναρτώνται με το θέμα της παραγόμενης βίας κατά την ιστορική αυτή περίοδο κρίνεται αναγκαία. Η Οθωμανική αυτοκρατορία αποτελεί το πολιτικό και διοικητικό επιστέγασμα συνύπαρξης πολλών και διαφορετικών λαών που αποτελούν τους υπηκόους της με φανερή όμως την εμφάνιση της υποτέλειας τους. Η άσκηση αδικαιολόγητης φυσικής βίας από τους Οθωμανούς συνιστά έναν συντελεστή καθορισμού της πολιτικής θέσης των υπόδουλων λαών. Εκφεύγοντας όμως από ιστορικές καταγραφές βίαιων πρακτικών, όπως είναι φερειπείν το περίφημο παιδομάζωμα (εξισλαμισμός), η έκταση και η σκοπιμότητα του οποίου ελέγχεται από την ιστορική επιστήμη20, μπορούμε να σταθούμε στην ιδιόμορφη και σύνθετη ποινική νομοθεσία της εποχής για να αντιληφθούμε πως στις περιπτώσεις δωσιδικίας των οθωμανικών αρχών21 και εφαρμογής του αντίστοιχου συστήματος ποινικής καταστολής, οι ίδιες οι ποινές επιβάλλονται επί τη βάσει της ταυτοπάθειας 22 καθώς η ιδιωτική εκδίκηση έχει ενσωματωθεί στον ίδιο τον νόμο. Η οικονομία της βίας, συναρτάται άμεσα όμως κατά την εποχή εκείνη και από την αναγνώριση της δυνατότητας σε κάποιες περιπτώσεις οικονομικής διευθέτησης ανθρωποκτονίας μεταξύ των συγγενών του φονευθέντος και του δράστη23, προκειμένου να αποφευχθεί η επέμβαση του κατακτητή στους εμπλεκόμενους Έλληνες με ό,τι αυτό συνεπάγεται24.Παρατηρούμε ,ωστόσο, πως πέρα από τον επίσημο ποινικό έλεγχο η εκδίκηση του αίματος αρχίζει να εμφανίζεται στην πρωτόλεια μορφή της - ιδίως στην ύστερη χρονική

______________________________________________________________________

16 Ι. Μακρυγιάννης ,-Απονημονεύματα Στρατηγού Μακρυγιάννη , κείμενο, εισαγωγή, σημειώσεις Βλαχογιάννη Ι., 2η έκδ. Τ.1 , Ε.Γ. Βαγιονάκης, Αθήναι 1947 , σ. 110 17 Ι. Μακρυγιάννης ,ό..π, σ. 110 18 Ο Ι. Βλαχογιάννης στην εισαγωγή των απομνημονευμάτων σημειώνει πως οι φόνοι αυτοί δεν φαίνεται ότι έμειναν ατιμώρητοι καθώς επακολούθησε φυγή της οικογένειας που καταδιώχθηκε από τους Τούρκους βλ. Ι. Μακρυγιάννη , ό.π, σ.6 19 Ι. Μακρυγιάννης , ό.π, σ. 110 20 βλ. σχετικά σε Α. Βακαλόπουλο , Προβλήματα της ιστορίας του παιδομαζώματος, Θεσσαλονίκη: Εταιρία Μακεδονικών Σπουδών (Ελληνικά), τ. 13, 1954, Γούναρη Α. , Ιστορία του Παιδομαζώματος κατά της Τουρκοκρατίας, Αθήνα: Σύλλογος προς Διάδοσιν Ωφέλιμων Βιβλίων,2010 21 Μ. Τουρτόγλου , Περί της Ποινικής Δικαιοσύνης επί Τουρκοκρατίας και μετ'αυτήν μέχρι και του Καποδίστριου, Βυζαντιναί τινές επιδράσεις επί το εφαρμοσθέν δίκαιον, Ακαδημία Αθηνών,1972, σ.1επ. Σημειώνεται όμως πως η εφαρμογή του μουσουλμανικού ποινικού δικαίου δεν ίσχυε απαρασάλευτα σε όλους τους υπόδουλους Έλληνες καθ'όλη την Τουρκοκρατία καθώς κάποιες περιοχές είχαν αποκτήσει προνόμια βλ. του ίδιου, ό.π, σ.4 επ. Ποινική δικαιοσύνη εκτός των Τουρκικών αρχών συνεπώς απένεμαν για συγκεκριμένα εγκλήματα και οι επίτροποι των κοινοτήτων βλ.του ίδιου, ό.π,σ.6 επ. 22 Μ. Τουρτόγλου ,Περί της Ποινικής Δικαιοσύνης επί Τουρκοκρατίας και μετ'αυτήν μέχρι και του Καποδίστριου, Βυζαντιναί τινές επιδράσεις επί το εφαρμοσθέν δίκαιον, Ακαδημία Αθηνών,1972 , σ.2επ. 23 Μ. Αρχιμανδρίτου , Ιδιωτική εκδίκηση και δίκαιο ή ανομία, Βεντέτα και νόμος: εγκληματολογική προσέγγιση, Σάκκουλας, Αθήνα-Θεσσαλονίκη, 2007, σ.338 βλ.αναλυτικότερα και σε Μ. Τουρτόγλου ,Το φονικόν και η αποζημίωσις του παθόντος , Βυζάντιον-τουρκοκρατίαν- Μετεπαναστατικοί χρόνοι, Γ.Πετρόπουλος, Αθήναι, 1960 24 βλ. Μ.Τουρτόγλου, Συμβολή στη μελέτη της ποινικής δικαιοσύνης κατά τη μεταβυζαντινή περίοδο, σε Λ.Κοτσαλή - Δ. Κιούπη (επιμ.), Ιστορία του Ποινικού Δικαίου και Ποινικών θεσμών, Α.Ν. Σάκκουλας, Αθήνα,2007, σ.84 επ.

3

φάση της Τουρκοκρατίας25 ως εθιμικός τρόπος διευθέτησης των διαφορών σε κάποιες κοινότητες της αυτοκρατορίας, χωρίς να μπορούμε να προσδιορίσουμε βέβαια την έκταση εφαρμογής της, οδηγώντας φυσικά σε αύξηση παραγόμενων αποθεμάτων βίας. Εντούτοις, εκτός από την φυσική βία , που εγγράφεται στον κοινωνικό βίο έκδηλα δια της άσκησης σωματικής βίας - από πλευράς Τούρκων στους χριστιανούς ή και μεταξύ τους ενίοτε στο πλαίσιο αντεκδικήσεων, στα Απομνημονεύματα του Μακρυγιάννη αποτυπώνεται και μια έμμεση ή δομική βία26 , ως επενέργεια συγκεκριμένων δομών μέσα στην κοινωνία της εποχής εκείνης. Το περιεχόμενο της έννοιας της έμμεσης βίας κατά τον Galtung27 εδράζεται στην απουσία κάποιου ατόμου που βλάπτει άμεσα ένα άλλο πρόσωπο, δηλαδή στην απουσία ενός δράστη. Η βία χτίζεται μέσα στην κοινωνική δομή και αποτυπώνει τις άνισες ευκαιρίες που υπάρχουν στη ζωή. Εκφεύγοντας από αόριστους αλλά και συνάμα στενούς εννοιολογικούς προσδιορισμούς που θέτει μια γενική εκμετάλλευση ενός πολιτικού ή οικονομικού συστήματος πάνω στα μέλη μιας κοινωνίας, η δομική βία συγκεκριμενοποιείται στο πλαίσιο μιας κοινωνικής δομής που επενεργεί με συγκεκριμένο τρόπο πάνω στο άτομο. Ο Μακρυγιάννης από την αρχή της κατάθεσης της ζωής του μας απολογείται για το γεγονός ότι είναι αγράμματος28 και μας αποκαλύπτει πως δεν είχε τους τρόπους να πάει σε δάσκαλο , προφανώς λόγω των δύσκολων οικονομικών συνθηκών της εποχής του29. Για τον λόγο αυτό , μάλιστα, αναγκάζεται να δουλεύει από την ηλικία των επτά χρόνων30. Βλέπουμε , λοιπόν, πως οι οικονομικές συνθήκες κατά την διάρκεια της τουρκικής σκλαβιάς εμφανίζονται ως βίαιες συνθήκες , δομικές της κοινωνίας εκείνης, που εμποδίζουν το άτομο από το να βελτιωθεί και να προαχθεί. Ταυτόχρονα , εμφανίζεται η φυσική βία και η έμμεση (δομική) να εντάσσονται σε ένα γενικότερο πλέγμα πολιτισμικού υπόβαθρου κατανόησης, ανοχής και εν τέλει νομιμοποίησης τους από την συλλογική συνείδηση. Ο Μακρυγιάννης μας αποκαλύπτει πως στις δουλειές αυτές , που αναγκαζότανε από τους συγγενείς του να κάνει, έπεφτε θύμα ξυλοδαρμού από τα αφεντικά του και τους ίδιους. Αναφέρει σχετικά: « Αφού έκανα πολλές δουλειές , ήθελαν να κάνω και άλλες δουλειές ταπεινές του σπιτιού και να περιποιώμαι τα παιδιά. Τότε αυτό ήταν ο θάνατος μου. Δεν ήθελα να κάνω αυτό το έργο και μ' έδερναν και οι αφεντάδες και οι συγγενείς»31. Το γεγονός αυτό φανερώνει πως αποτελεί η βία μια συνηθισμένη πρακτική διαπαιδαγώγησης και πειθάρχησης , οπότε μπορούμε να κάνουμε λόγο για φυσική (εργαλειακή) βία που έχει συμβολικές εκδοχές32. Εδώ η βία (ξυλοδαρμός παιδιών) εμφανίζεται να δικαιολογείται από τους πολιτισμικούς κανόνες της εποχής και να μην αποτελεί άνομη και κολάσιμη πράξη αλλά η νομιμοποίηση στην κοινή συνείδηση να αποδίδει συγκεκριμένο κοινωνικό

___________________________________________________________________

25 Μ. Αρχιμανδρίτου , Ιδιωτική εκδίκηση και δίκαιο ή ανομία, Βεντέτα και νόμος: εγκληματολογική προσέγγιση, Σάκκουλας, Αθήνα-Θεσσαλονίκη, 2007,σ.336 επ. 26 βλ. για την έννοια και το περιεχόμενο της δομικής βίας σε Μ. Αρχιμανδρίτου Μ., Όψεις της βίας, ό.π, σ.4 όπου και περαιτέρω παραπομπές . Επίσης βλ. J. Galtung , Violence, Peace, and Peace Research, Journal of Peace Research, Vol.6, No.3, Sage Publications ,Ltd, 1969 pp.167-191 27 J. Galtung , Violence, Peace, and Peace Research, Journal of Peace Research, Vol.6, No.3, Sage Publications ,Ltd,1969 , pp.167-191 28 I. Μακρυγιάννης , ό.π, σ.105 29 Γ. Σεφέρης , Ένας Έλληνας -ο Μακρυγιάννης , σε Γ. Σεφέρη, Δοκιμές, τ.1, Ίκαρος, Αθήνα, 1992 , σ.232επ. και 235 , όπου σημειώνει πως «φανερά λοιπόν ο Μακρυγιάννης θα ήθελε να είχε τους τρόπους να μάθει γράμματα». 30 «Εγώ έγινα ως εφτά χρονών. Με βάλαν να εργάζωμαι» βλ. Ι. Μακρυγιάννη ,ό.π,σ.111 31 Ι. Μακρυγιάννης , ό.π, σ.111 32 βλ. J. Galtung , Cultral Violence, Journal of Peace Research , Vol.27,No.3,Sage Puvlications , Ltd, 1990, pp.291- 305, όπου προσεγγίζει την πολιτισμική βία που ορίζεται ως έκφανση του πολιτισμού ( ως απόρροια πολιτιστικού κανόνα) και χρησιμοποιείται για να νομιμοποιήσει την άμεση ή την έμμεση (δομική) βία. βλ.επίσης σε Μ. Αρχιμανδρίτου , .ό.π, σ.3 , όπου αναφέρεται στην συμβολική βία ως νομιμοποιημένης από πολιτισμικούς κανόνες.

4

νόημα στην άσκηση της33 . Συνεπώς τόσο η αναγκαστική εργασία των μικρών παιδιών (δομική βία) όσο και η βία αυτή καθαυτή εναντίον τους (φυσική βία) εμφανίζονται να νοηματοδοτούν τις πολιτισμικές αντιλήψεις της εποχής. Ο Μακρυγιάννης , όπως αναφέρει, για «να γλιτώσει και να λευτερωθεί» από αυτήν την αρνητική κατάσταση αναγκάζεται στην παιδική του ηλικία να περάσει από τη φιλοτιμία (θετική δράση) στη βία (αρνητική δράση) έναντι των παιδιών και της ίδιας του της μητέρας προκειμένου να τον διώξουν34 . Μπορούμε, συναφώς, να αναφέρουμε ακόμα ένα περιστατικό από την αφήγηση της ζωής του Μακρυγιάννη, που αναδεικνύει την εκδήλωση της βίας στην εποχή εκείνη ως πρακτικής συνηθισμένης και νομιμοποιημένης στη συνείδηση των ανθρώπων για να κατανοήσουμε καλύτερα το περιεχόμενο της συμβολικής βίας. Στα δεκατέσσερα του , λοιπόν, ο Μακρυγιάννης ξυλοφορτώνεται από έναν πατριώτη του στο πανηγύρι του Άι-Γιάννη μπροστά σε όλον τον κόσμο , επειδή προκάλεσε κάποια ζημιά σε ένα όπλο35. Απέναντι σε αυτή τη χρήση βίας παρατηρούμε πως ο κόσμος μένει απαθής, δεν αντιδρά, δεν οργίζεται, δεν προβαίνει σε καμία ενέργεια ακριβώς, επειδή τη θεωρεί δικαιολογημένη ως πρακτική τιμωρίας σε ένα άτακτο ανήλικο παιδί. Η φυσική βία εμφανίζεται εδώ νομιμοποιημένη από τους πολιτισμικούς κανόνες της εποχής και αποκτά περιεχόμενο συμβολικής βίας. Παραμένει όμως βία με απτές επενέργειες υλικές και ψυχολογικές με την αποβολή του συγκεκριμένου πολιτισμικού πλαισίου, όπου εγγράφεται. Η περίοδος της επανάστασης βρίσκει τον Μακρυγιάννη να αγωνίζεται για τη λευτεριά του τόπου. Μυείται στην Φιλική εταιρία και ρίχνεται στον αγώνα για την αποτίναξη του οθωμανικού ζυγού. Σημειώνει χαρακτηριστικά: «Πήγα και στοχάστηκα και τα έβαλα όλα ομπρός και σκοτωμόν και κινδύνους και αγώνες . Θα τα πάθω δια την λευτεριάν της πατρίδας μου και της θρησκείας μου. Πήγα και του είπα ''Είμαι άξιος''. Του φίλησα το χέρι , ορκίστηκα»36. Η επανάσταση των καταπιεσμένων και υπόδουλων Ρωμιών ορθώνεται ως ένας αγώνας δίκαιος37 απέναντι στον Τούρκο κατακτητή και δυνάστη. Μη λησμονούμε, εξάλλου, ότι διακηρύσσεται πως ο ένοπλος αγώνας γίνεται «υπέρ πίστεως και πατρίδος38». Η βία εδώ -ως αναγκαία προϋπόθεση του ένοπλου ξεσηκωμού- χρησιμοποιείται ως ένα εργαλείο για την επίτευξη ενός σκοπού έξω από την ίδια , καθιστώντας την νομιμοποιημένη για τους επαναστατημένους και λιγότερο ορατής ως βίας39. Εμφανίζεται ως αναγκαία προϋπόθεση της απόκτησης της ελευθερίας , ως δομικό και οντολογικό στοιχείο της ίδιας της επανάστασης και καταγράφεται από εγκληματολογικά σκοπιά ως χρήσιμη ή κατά άλλους εργαλειακή βία40 . Αναντίλεκτα , η νομιμοποιημένη δια της βίας δράση του επαναστατημένου ραγιά απέναντι στον Τούρκο κατακτητή , εμφανίζεται για τον τελευταίο ως μια παράνομη, άδικη προσπάθεια ανατροπής του εδαφικού και νομικού status quo της αυτοκρατορίας. Όμως ,ενώ η άσκηση βίας κατά την επανάσταση εμφανίζεται ως μια συνθήκη αναγκαία για την επιδίωξη της ελευθερίας , συχνά φαίνεται να υπερβαίνει την προβαλλόμενη εργαλειακή χρήση της και να αυτονομείται ως μέγεθος καθώς

______________________________________________________________________

33 βλ. Μ. Αρχιμανδρίτου, .ό.π, σ.3 για τη συμβολική βία, όπου και περαιτέρω παραπομπές 34 Ι. Μακρυγιάννης , ό.π, σ.111 35 Ι. Μακρυγιάννης ,ό.π, σ.111 βλ. αναφορά στο περιστατικό αυτό και σε Γ. Σεφέρη , Ένας Έλληνας -ο Μακρυγιάννης , σε Γ. Σεφέρη , Δοκιμές, ό.π, σ.242επ. 36 Ι. Μακρυγιάννης , ό.π, σ.114 37 Βλ. Γ. Τερτσέτη, Προλεγόμενα σε , Ο Γέρων Κολοκοτρώνης υπό Γ.Τερτζέτη, 1851 , Διήγησις Συμβάντων της Ελληνικής Φυλής από τα 1770 έως τα 1856, Υπαγόρευσε Θ.Κ.Κολοκοτρώνης , Εν Αθήναις, Τύποις Χ. Νικολαϊδου Φιλαδέλφεως, 1846, σ. ε', όπου σημειώνεται εμφατικά πως : «Η αξία και η χάρις του Ελληνικού αγώνος είναι η δικαιοσύνη του». 38 βλ. σχετικά σε Α. Υψηλάντη, Μάχου υπέρ πίστεως και πατρίδος, επιμ. Θ Μαλκίδη, Αιγαίον, 2010 39 Μ.Αρχιμανδρίτου, ό.π, σ.10 για την έννοια της χρήσιμης ή εργαλειακής βίας, όπου και περαιτέρω παραπομπές. 40 βλ. για την έννοια της εργαλειακής βίας σε Μ. Αρχιμανδρίτου ,ό.π, σ.10 επ. 

5

αξιολογικά αποδίδει αρνητικά πλεονάσματα βίας, που δεν συνδέονται με τον ίδιο τον σκοπό στον οποίο φαινομενικά εντάσσονται41. Οι βιαιότητες των Ελλήνων επί της Αλώσεως της Τριπολιτσάς42 τον Σεπτέμβρη του 1821, για παράδειγμα , που εκφράστηκαν μέσα από σφαγές αμάχων και λαφυραγωγίες , αποτελούν ένα σημείο αναφοράς και τεκμηρίωσης αυτής της διαπίστωσης. Σε αυτό το σημείο οφείλουμε να κάνουμε αναφορά στην ίσως πιο μελανή περίοδο της νεότερης ιστορίας μας, δηλαδή, στους δυο εμφύλιους πολέμους των Ελλήνων (1823-1825) , όσο διαρκεί η επανάσταση και η έκβαση της είναι ακόμα αβέβαιη. Οι εμφύλιοι πόλεμοι εμφανίζονται ως απότοκος ερίδων για τον έλεγχο ουσιαστικά της εξουσίας στις τάξεις των Ελλήνων και στο μόρφωμα της Προσωρινής Διοίκησης τους43 . Η βία εμφανίζεται εδώ αυτονομημένη από τον σκοπό της επανάστασης, καθώς δεν υπηρετεί φυσικά τον σκοπό της αλλά τα ιδιοτελή συμφέροντα των αντιμαχόμενων πλευρών . Η άσκηση της βίας στις φυσικές της διαστάσεις, εμφανίζει να παράγει αρνητικά αποθέματα δράσης , που επιχειρούνται να δικαιολογηθούν από την κάθε αντιμαχόμενη πλευρά επί τη βάσει του συλλογικού καλού , χωρίς όμως ιδιαίτερη πειστικότητα. Εντάσσεται σε δομές βέβαια αμφίρροπων πολιτικών συσχετισμών ενός μορφώματος χωρίς επίσημη και διεθνή αναγνώριση αλλά η βία , που καταγράφεται με όλα τα ετερόκλητα στοιχεία που ενυπάρχουν σε αυτήν, δεν μπορεί εύκολα να δικαιολογηθεί. Ο Μακρυγιάννης αναφέρεται στον εμφύλιο πόλεμο στο ΣΤ' κεφάλαιο του Α' βιβλίου των Απομνημονευμάτων του44. Είναι χαρακτηριστικό μάλιστα πως οι πολεμικές αναμετρήσεις που περιγράφει είναι μόνο μεταξύ των Ελλήνων και καμία εναντίον των Τούρκων45 . Δεν ήταν όμως μόνο το μίσος , οι αντεγκλήσεις και οι απειλές που κλυδωνίζανε την ενότητα των Ελλήνων. Αυτή δοκιμάστηκε ιδίως μέσω των ένοπλων συρράξεων μεταξύ τους. Στον δεύτερο εμφύλιο , τον περίφημο πόλεμο των «προεστών» , τα ένοπλα στρατεύματα της Ρούμελης κατ' εντολή της Κυβέρνησης , θα εκστρατεύσουν στην Πελοπόννησο για να υποτάξουν τους αντάρτες οπλαρχηγούς και προεστούς. Αρπαγές , λεηλασίες, λαφυραγωγίες και βιαιότητες κάθε είδους46 καταγράφονται τότε αποδίδοντας αρνητικά αποθέματα δράσης και εμφανίζοντας τη βία στην φυσική της εκδοχή να παρουσιάζεται για τους πρωταίτιους της εργαλειοποιημένη , αν και ο Μακρυγιάννης μας δίδει στην αφήγηση του και ψήγματα μιμητικής βίας των στρατιωτών47, όπου η βία φαίνεται να καθίσταται αυτοσκοπός48 . Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει στο σημείο αυτό η εξέταση και αποτύπωση της στάσης του ίδιου του Μακρυγιάννη απέναντι στη βία στις διάφορες συνθήκες κατά την οποία αυτή εμφανίζεται να

______________________________________________________________________

41 Βλ. για την βία στη συνθήκη του πολέμου γενικά και την υπέρβαση της φαινόμενης εργαλειακής χρήσης της σε Μ. Αρχιμανδρίτου, ό.π, σ.12επ. 42 βλ. Κ. Παπαγιώργη , Κανέλλος Δεληγιάννης, Καστανιώτης, Αθήνα, 2001, σ.124επ. βλ.επίσης σε Τ. Βουρνά, Ιστορία της Νεώτερης και σύγχρονης Ελλάδας , τ.1, Πατάκης, Αθήνα, 1997, σ.104. 43 Π. Καρολίδης , Ιστορία της Ελλάδας μετ'εικόνων από της υπό των Οθωμανών αλώσεως μέχρι της βασιλείας του Γεωργίου του Α', Ελευθερουδάκης, Αθήνα, 1925, σ.696,σημ.1 44 Ι.Μακρυγιάννης , ό.π, σ.196επ. 45 C. Woodhouse ,1821 Ο Πόλεμος της Ελληνικής Ανεξαρτησίας, μτφ.Βλάχου Α., Εστία Κολλάρου και Σία, Αθήνα, 1978, σ.144,σημ.1 46 Ο ίδιος ο Μακρυγιάννης στην αφήγηση του δεν μπορεί να αποκρύψει πως και οι δικοί του άντρες και σύντροφοι επιδόθηκαν σε βιαιότητες, αρπαγές και λαφυραγωγίες , όπως για παράδειγμα επί των Αρκαδίων: «οι άνθρωποι μου πήραν λάφυρα πολλά , όταν τους χαλάσαμε , κι' απο κείνους και από όσους δεν φταίγαν » ( I. Μακρυγιάννη , ό.π, σ.218) αλλά επιχειρεί να δικαιολογηθεί υποστηρίζοντας ότι δεν μπορούσε να τους εμποδίσει :«δεν μπορούσα να τους βαστήσω τους ανθρώπους απ'την αγανάκτηση οπούχαν αναντίον των Αρκαδίων» (I. Μακρυγιάννη ,ό.π, σ.218) 47 I. Μακρυγιάννης ,ό.π,σ.226 επ., όπου κάνει αναφορά στο ότι δεν εγκρίνει τις πράξεις λεηλασίας και οι στρατιώτες του μιμούνταν αντίστοιχες πράξεις ανδρών άλλων οπλαρχηγών 48 βλ. M. Αρχιμανδρίτου,ό.π, σ.8 επ., με αναφορά στον Girard που επινόησε τον όρο της μιμητικής βίας 

6

ασκείται από τον ίδιο ή άλλους. Παρατηρούμε , λοιπόν, πως ο Μακρυγιάννης , όταν καλείται αντιμέτωπος με τη βία που ασκεί κάποιος απέναντι του, δεν επιλέγει την ανταπόδοση και την διαιώνιση του κύκλου της βίας. Στο περιστατικό , που αναφέραμε, με το ξυλοφόρτωμα του από τον συμπατριώτη του στο πανηγύρι του Άι Γιάννη , ο ίδιος , αντί να επιλέξει την διαμαρτυρία, την οργισμένη αντίδραση , να αναζητήσει κάποια βοήθεια , επιλέγει - μη μπορώντας να βρει κριτή για να τον δικαιώσει- να καταφύγει στην εκκλησία για να βρει παρηγοριά για την αδικία που υπέστη . Μας ομολογεί λοιπόν : «Τότε με έπιασε σ' όλο τον κόσμον ομπρός και με πέθανε στο ξύλο. Δε μ' έβλεπε το ξύλο τόσο περισσότερον η ντροπή του κόσμου. Τότε όλοι τρώγαν και πίναν κι εγώ έκλαιγα. Αυτό το παράπονο δεν ήβρα άλλον κριτή να το ειπώ να με δικαιώσει . Έκρινα εύλογο να προστρέξω στον ΆιΓιάννη , ότι στο σπίτι του μόγινε αυτήν η η ατιμία . Μπαίνω τη νύχτα μέσα στην εκκλησία του ...κι αρχινώ τα κλάματα με μεγάλες φωνές και μετάνοιες : Τι είναι αυτό που 'γινε σε μένα, γομάρι είμαι να με δέρνουν;»49. Αυτή η συνειδητή επιλογή να μην χρησιμοποιήσει τη βία ως εργαλείο ανταπόδοσης μιας βίαιης εναντίον του συμπεριφοράς θα τον ακολουθήσει σε όλη του τη ζωή. Ακόμα και η εμπλοκή του στους εμφύλιους πολέμους φανερώνει πως δεν θεωρεί τη βία ως ορθό μέσο επίλυσης των διαφορών. Είναι χαρακτηριστικό πως ακόμα και κατά την εμπλοκή του στους εμφύλιους πολέμους ο ίδιος δεν εμφανίζεται να προβαίνει σε λαφυραγωγίες ή άλλες επαίσχυντες πράξεις50 αλλά και να μην ανταποδίδει βίαιες σε βάρος του συμπεριφορές από άλλους οπλαρχηγούς. Στην περίπτωση που η βία εμφανίζεται να στρέφεται έναντι άλλων προσώπων και όχι κατά του ίδιου, βλέπουμε τον Μακρυγιάννη να θυμώνει και να αντιδρά ενίοτε και βίαια. Ο ίδιος παρά την συμμετοχή του στον εμφύλιο πόλεμο των Ελλήνων51 δεν επιδοκιμάζει ούτε ανέχεται τις βίαιες συμπεριφορές που διαπράττονται. Καταδικάζει τις βιαιότητες των Ρουμελιωτών καπεταναίων, που καταληστεύουν την Πελοπόννησο , σημειώνοντας πως :«Τότε γύρεψα να αναχωρήσω με το σώμα μου , ότι τέτοιοι νόμοι δεν μ'αρέσουνε , να γυμνώνουνε τους ανθρώπους από πλούτη και τιμή52 » ενώ σε άλλο σημείο θα υποστηρίξει με πικρία «ότι γύρευα να μην είμαι μ'αυτούς , ότι αυτά που έβλεπα με πείραζαν .Ότι την επανάστασιν μας θα την καταντήσουμε ληστεία και η πατρίς κατάντησε η παλιόψαθα των ατίμων53». Ο Μακρυγιάννης απέναντι σε αυτήν την ανείπωτη φρίκη της λεηλασίας και της τυραννίας θα επιδείξει μια διαφορετική στάση. Θα δώσει ένα άλλο παράδειγμα. Δηλώνει πως δεν επωφελήθηκε από τις λαφυραγωγίες. Νιώθει ντροπή και δεν εγκρίνει τις πράξεις λεηλασίας από το σώμα των ανδρών του54. Ακόμα και όταν εμφανίζεται να ασκεί βία , παρατηρούμε πως κινητοποιείται από τον οίκτο του για τα θύματα άδικων και βίαιων συμπεριφορών και δεν την οικειοποιείται επ' ουδενί.

_________________________________________________________________________

49 I. Μακρυγιάννης , ό.π, σ.111 βλ. αναφορά στο περιστατικό αυτό και σε Γ. Σεφέρη Γ., Ένας Έλληνας -ο Μακρυγιάννης , σε Γ. Σεφέρη Γ., ό.π,σ.242επ. 50 βλ. Ι. Μακρυγιάννη , ό.π, σ. 106 , όπου αναφέρει εμφατικά :«και μ'όσους άνθρώπους μ'αξίωσε ο Θεός και διοίκησα , διάφορες ακαταστασίες και αρπαγές ήυραν την πατρίδα...εμάς δεν μας άφησε να μολυθούμε» 51 Ο Μακρυγιάννης δεν εμφανίζεται να συμμετέχει με προθυμία στον εμφύλιο. Αρχικά αρνείται να εμπλακεί σημειώνοντας χαρακτηριστικά: «Τους είπα ''Δεν ορκίστηκα. Όταν ορκίστηκα να σηκώσουμε ντουφέκι να πάγω και 'γω να πολεμήσω με Ρωμαίγους είπαμε; Με Τούρκους . Και δεν πάμε''. Δεν θέλησα να πάγω . Με βάσταξαν εκεί , εις Ανάπλι και στείλαν άλλους» βλ. Ι. Μακρυγιάννη , ό.π, σ.197. Ο ίδιος εμφανίζεται να συμμετέχει όχι τόσο πρόθυμα στον εμφύλιο αρχικά με το Εκτελεστικό και τους Κολοκοτρωναίους και από τον Μάρτη του 1824 με το στρατόπεδο του Βουλευτικού σημειώνοντας μ'αφορμή την αλλαγή του στρατοπέδου στην επιθυμία του να βοηθήσει στη συγκρότηση ορθής Διοίκησης για να επιτευχθεί η ευταξία και η τήρηση των νόμων , σκοποί που πίστευε πως διασφαλίζονταν μόνο από το Βουλευτικό Σώμα. Βλ. συναφώς σε Ι. Μακρυγιάννη ,ό.π, σ.219 , όπου τονίζει :«Αυτό το έθνος σήκωσε ντουφέκι του Σουλτάνου και δεν το υπόταξε . Εσείς θα το υποτάξετε και δε θέλετε Διοίκησιν; Και ποιον έθνος χωρίς διοίκησιν και νόμους ευδοκίμησε και δεν εχάθη; Κι'εμείς χωρίς νόμους δεν πάμε ομπρός και δεν μας γνωρίζουν και τα άλλα έθνη. Θα μας λένε κλέφτες και παντίδους» 52 Ι. Μακρυγιάννης , ό.π, σ.226 53 Ι. Μακρυγιάννης , ό.π, σ.226 54 Ι. Μακρυγιάννης ,ό.π, σ.227επ

7

ως στάση ζωής. Στα Απομνημονεύματα περιγράφει ένα χαρακτηριστικό περιστατικό , όπου τον εξοργίζει και τον εξωθεί στην χρήση βίας. Το περιστατικό αυτό εκτυλίσσεται σε ένα ποτάμι, όπου παρατηρούμε πως οι στρατιώτες του θα φτάσουν να ληστέψουν μέχρι και τα ρούχα τεσσάρων Πελοποννησίων55. Αυτό θα τον λυγίσει και θα γράψει: «τους άφησαν γυμνούς και κλαίγαν σαν μικρά παιδιά . Και τρέμαν από το κρύο. Τους λυπήθηκα πολύ και είπα ότι το θερίον είπαν θερίον κι ο άνθρωπος είναι χειρότερος56». Ο Μακρυγιάννης δηλώνει ότι είχε απαγορεύσει στους δικούς του άντρες τις λεηλασίες και τους υποχρεώνει μάλιστα να επιστρέψουν τα ίδια τα κλοπιμαία57. Για το επαίσχυντο περιστατικό στο ποτάμι ο Μακρυγιάννης θα τιμωρήσει παραδειγματικά τους πλιατσικολόγους , όπως σημειώνει: «τους έβαλα κάτου τους τέσσερις και τους βαστούσαν απλωμένους . Με την αράδα τους έδερνα όλους όσο όπου του πάγαινε το αίμα από τον κώλον. Εγώ γίνηκα χειρότερος από αυτούς . Μάτωσαν τα χέρια μου. Έκαμα τόσες μέρες αστενής . (..) Από τότε σας λέγω , αδελφοί αναγνώστες , ποτέ μου ως τη σήμερον άτιμον και άρπαγον άνθρωπον δεν είδα . Κι όπου πάνε από τους ανθρώπους μου , τους δέχονται οι κάτοικοι ως αδελφούς τους58». Σκληρή , πράγματι, η αντίδραση του Μακρυγιάννη απέναντι στη βία και ενέχει φυσικά την τιμωρία στην εκδοχή της φρικτής φυσικής βίας , που γι' αυτόν όμως είναι το μοναδικό μέσο παραδειγματισμού και σωφρονισμού των ανδρών του . Χρησιμοποιείται με σκοπό συγκεκριμένο και εντάσσεται σε ένα ευρύτερο πλαίσιο πολιτιστικής καταγραφής της τιμωρίας απέναντι σε ένα έγκλημα , όπως συμβαίνει και με τον ίδιο τον νόμο της εποχής, που επιβάλλει σωματικές ποινές επί τη βάσει της ταυτοπάθειας. Εδώ, όμως, επιπλέον, η ιδιομορφία των συνθηκών -βρισκόμαστε σε πολεμικά πλαίσια καταγραφής της δράσης με τη χειρότερη μάλιστα μορφή τους - εμφανίζει την ενέργεια του , αν όχι νομιμοποιημένη σήμερα τουλάχιστον δικαιολογημένη , καθώς εξυπηρετεί έναν αναγκαίο σκοπό , όπου εν τέλει κατά τον ίδιο τον πετυχαίνει. Ο ίδιος αναγκάζεται να καταφύγει στη βία , χωρίς όμως να τη θεωρεί ορθή στάση κοινωνικής δράσης . «Εγώ γίνηκα χειρότερος από αυτούς59» σημειώνει χαρακτηριστικά, διατρανώνοντας πως τη χρησιμοποιεί αναγκαστικά χωρίς να την οικειοποιείται ως στάση ζωής. Απογοητευμένος και αηδιασμένος από όλη αυτή την κατάσταση επιστρέφει στο Ναύπλιο , εμφανίζεται στη Διοίκηση και αρνείται πλέον κάθε νέα εμπλοκή σε ένοπλες επιχειρήσεις στον Μοριά («Είπα στην κυβέρνηση ότι εγώ σε εφύλιον πόλεμον , και νόμους φκειάνοντας , δεν ματαμπαίνω ,μπεζέρισα. Να μου δώσουνε μια διαταγή να πάγω εις Ρούμελη ν'αγωνιστώ δια τους Τούρκους ειδέ να διαλύσω το σώμα μου» 60 ) .Ο Μακρυγιάννης απέναντι σε όλα αυτά που καυτηριάζει και μέμφεται, δεν αντιτάσσει την παραίτηση του από τον δίκαιο αγώνα της ελευθερίας , που εκφυλίζεται δια του εμφυλίου σπαραγμού , αλλά ορθώνει μια θετική δράση: να συνεχίσει να αγωνίζεται για τα ιδανικά του , για να ελευθερωθεί η πατρίδα του. Η στάση του είναι ίδια με εκείνη που τήρησε και ο εθνικός μας ποιητής Δ. Σολωμός , ο οποίος, στον περίφημο «Ύμνο εις την Ελευθερίαν» ενώ καυτηριάζει τη «διχόνοια που βαστάει ένα σκήπτρο η δολερή...πως το χέρι σας χτυπάει του αδερφού την κεφαλή»61, δεν φτάνει στο

_________________________________________________________________________

 55 Ι. Μακρυγιάννης ,ό.π,σ.227 56 Ι. Μακρυγιάννης , ό.π,σ.227 57 Ι. Μακρυγιάννης , ό.π, σ.228 58 Ι. Μακρυγιάννης , ό.π,σ.228 59 Ι. Μακρυγιάννης , ό.π,σ.228 60 Ι. Μακρυγιάννης , ό.π, σ.229 61 Δ. Σολωμός , Ο Ύμνος εις την Ελευθερίαν, σε Ο Ύμνος εις την Ελευθερίαν του Διονύσιου Σολωμού και οι τρεις πρώτες μεταφράσεις του (1825), επιμ.Τικτοπούλου Κ., Βουλή των Ελλήνων.Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας, Αθήνα, 1999 , σ. 48. Δ. Σολωμός , Άπαντα, επιμ.Παπανικολάου Γ., Α', Παπαδήμας, Αθήνα , 1970, σ.356

8

σημείο να παραιτηθεί από το όραμα της διεκδίκησης της ελευθερίας και αγωνιά « μην ειπούν στο στοχασμό τους τα ξένη έθνη αληθινά: εάν μισούνται ανάμεσό τους δεν τους πρέπει ελευθεριά»62 . Ο Μακρυγιάννης μετά τη λήξη του εμφυλίου θα επιδοθεί με σθένος στην προσπάθεια συγκρότησης του νέου ελληνικού κράτους . «Η Πατρίδα του κάθε ανθρώπου και η θρησκεία είναι το παν»63 διακηρύσσει . Πιστεύει στους νόμους και στο δίκαιο και αποστρέφεται τις φατρίες που κατηγορεί ότι μόνο κακό προξένησαν στον τόπο64. Μέσα σε μια ταραγμένη πολιτική περίοδο με ενεργή εμπλοκή στα γεγονότα τους, θα φτάσει να κατηγορηθεί για προδοσία έναντι του Όθωνα και θα καταδικασθεί σε θάνατο. Η ποινή του τελικά δεν εκτελείται και μετατρέπεται σε φυλάκιση. Αφού αποφυλακιστεί , θα πεθάνει λίγα χρόνια μετά, το 1864 , ως ένας μεγάλος Έλληνας. Ένας Έλληνας που πίστευε στους νόμους και την δικαιοσύνη 65 και παρά τα λάθη του παρελθόντος , στεκόταν απέναντι στη βία που ταλάνιζε πρωτίστως την πατρίδα του. Από όσα σύντομα εκτέθηκαν γύρω από το ζήτημα της βίας και των όψεων της, γίνεται φανερό , πως η αυτοβιογραφική αναπαράσταση της ζωής του Μακρυγιάννη στην εποχή των μεγάλων αγώνων του έθνους, μας δίδει ένα εφαλτήριο διερεύνησης της βίας στις πολλαπλές εκδοχές της και στα πολλαπλά πεδία εκδήλωσης της. Ο ίδιος ο Μακρυγιάννης απέναντι στη βία στέκεται επικριτικά και δεν την αποδέχεται ως ορθό εργαλείο επίτευξης των στόχων . Κατανοεί ασφαλώς πως συνιστά modus operandi της εποχής του αλλά ,όταν αναγκάζεται να την χρησιμοποιήσει , πέρα από τον πόλεμο με τους Τούρκους , δεν την οικειοποιείται ως στάση ζωής. Τουναντίον, επιλέγει να παραμείνει πιστός στα ιδανικά και τις αξίες του μέχρι το τέλος της ζωής του. Σημειώνει χαρακτηριστικά ο μεγάλος μας ποιητής, Γ. Σεφέρης στις «Δοκιμές» για τον μεγάλο Έλληνα, τον Μακρυγιάννη: « Πολέμησε , αγωνίστηκε, πίστεψε, σακατεύτηκε, αηδίασε, θύμωσε. Αλλά έμεινε (…) πάντα ορθός ως το τέλος: άνθρωπος στο ύψος του ανθρώπου»66 . 

_________________________________________________________________________

62 Δ. Σολωμός , Ο Ύμνος εις την Ελευθερίαν, σε Ο Ύμνος εις την Ελευθερίαν του Διονύσιου Σολωμού και οι τρεις πρώτες μεταφράσεις του (1825), επιμ.Τικτοπούλου Κ., Βουλή των Ελλήνων.Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας, Αθήνα, 1999 , σ. 49 63 Ι. Μακρυγιάννης , σ.107 64 Ι. Μακρυγιάννης , σ.108 65 βλ. Γ. Σεφέρη , Ένας Έλληνας -ο Μακρυγιάννης , σε Γ. Σεφέρη , Δοκιμές, ό.π, σ.230επ. 66 Γ. Σεφέρης, Ένας Έλληνας -ο Μακρυγιάννης , σε Γ. Σεφέρη , Δοκιμές, ό.π, σ.256   

9